Η κρέμα καραμελέ, ήταν και η αιτία που γνωρίστηκα με τη Ρένα.
Γλυκάκι ελαφρύ, ό,τι πρέπει για μετά το αναστάσιμο ή πασχαλιάτικο τραπέζι και επίκαιρο, μια και είναι εποχή που οι κοτούλες κάνουν αυγά αβέρτα.Κρέμα καραμελέ
Υλικά για 16 κουπάκια
Για την κρέμα
8-10 αυγά σε θερμοκρασία δωματίου (ανάλογα πόσο μεγάλα είναι)
1 λίτρο γάλα φρέσκο
8-10 βανίλιες (1 για κάθε αυγό)
1 κούπα ζάχαρη (τσαγιού) ή και λιγότερη
Για την καραμέλα
1 κούπα τσαγιού ζάχαρη
5 σταγόνες λεμόνι
5 σταγόνες νερό
ΕκτέλεσηΦτιάχνουμε την καραμέλα ως εξής:
Βάζουμε την ζάχαρη το λεμόνι και το νερό σε κατσαρόλα και φτιάχνουμε καραμέλα με κλειστό το καπάκι (λέει η Ασπασία, αλλά εγώ δεν το κλείνω γιατί δε θέλω να σκουραίνει πολύ η καραμέλα και να πικρίζει, έτσι το αφήνω ανοιχτό για να το ελέγχω. Επειδή δεν μου αρέσει να είναι σκούρα, αφήνω τη ζάχαρη να λιώσει και να πάρει σκούρο ξανθό χρώμα. Τότε αποσύρω την καραμέλα από τη φωτιά).
Βάζουμε από μια κουταλιά καραμέλα σε 16 κουπάκια (ή σε φόρμα) και φτιάχνουμε την κρέμα.
Για την κρέμα:
Βράζουμε το γάλα με τη ζάχαρη και στο τέλος προσθέτουμε τις βανίλιες. Δεν είναι ανάγκη να βράσει το γάλα για ώρα. Απλώς να λιώσει η ζάχαρη.
Χτυπάμε σε ένα μπολ τα αυγά όλα μαζί, αναμιγνύουμε τα αυγά στο γάλα (να μην καίει το γάλα) ανακατεύουμε καλά και βάζουμε την κρέμα στα κουπάκια. Η κρέμα δεν είναι πηχτή, ούτε πρόκειται να πήξει αν δεν ψηθεί.
Ψήνουμε σε ταψί που μέσα έχουμε βάλει τα κουπάκια και το έχουμε γεμίσει με νερό μέχρι το ύψος της κρέμας (μπεν μαρί δηλαδή) στους 200 βαθμούς λιγότερο από ώρα μέχρι να πάρει χρώμα από πάνω η κρέμα. Μέσα στο ταψί (στο νερό δλδ) στύβουμε κι ένα λεμόνι για να μη μαυρίσουν τα κουπάκια, αν αυτά είναι αλουμινένια.
Μέχρι που έδωσα τη συνταγή στη Ρένα, δεν την είχα δοκιμάσει σε φόρμα (και ακόμα δεν το έχω κάνει). Η Ρένα όμως την έφτιαξε σε φόρμα και της βγήκε μια χαρά.
Tip:Η καραμέλα καίει περισσότερο από την κόλαση (λέμε τώρα). Προσοχή λοιπόν πολλή κατά την παρασκευή και χρήση της.
Υπενθυμίζω ότι φτιάχνω καραμέλα με λίγες σταγόνες περισσότερο νερό και με ανοιχτό καπάκι (αν είναι κλειστό το καπάκι, έχει και την υγρασία των υδρατμών), για να ελέγχω το χρώμα της, άρα και το πόσο πικρή θα βγει. Όσο πιο πολύ «κάψετε» την καραμέλα, τόσο πιο σκούρα και πιο πικρή θα βγει.
Για να βγάλουμε την κρέμα καραμελέ από τα κουπάκια, περνάμε με ένα μαχαίρι γύρω-γύρω την κρέμα (μεταξύ της κρέμα και του τοιχώματος) και αναποδογυρίζουμε. Αν αφήσουμε την κρέμα ένα 24ωρο πριν την ξεφορμάρουμε, η καραμέλα περνάει στην κρέμα, ενώ αν την ξεφορμάρουμε νωρίτερα, ενδέχεται να πρέπει να την αδειάσουμε με το κουτάλι πάνω στην κρέμα, γιατί δεν έχει προλάβει να ενσωματωθεί όλη.
update:
Αν αποφασίσετε να κάνετε τη συνταγή, διαβάστε τις οδηγίες που δίνει ο Βασίλης στα σχόλια. Ειναι πολύτιμες!



Όταν τα πλάσουμε όλα, τα αλείφουμε με το μίγμα αυγού/νερού.
Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο, στους 175 βαθμούς, για 12-13 λεπτά, ή μέχρι να πάρουν χρώμα τα κουλουράκια μας.
Τα κουλουράκια αυτά είναι ευωδιαστά και μυρωδάτα. Τα αρώματά τους γεμίζουν την κουζίνα σας αλλά και τον ουρανίσκο επίσης! Τα παιδιά μου τα τίμησαν δεόντως όταν δοκίμασα τη συνταγή για πρώτη φορά!




Τη μέρα που φτιάχναμε κουλούρια, όλη η γειτονιά έφτιαχνε μαζί. Όλη η γειτονιά, μύριζε αμμωνία. Φτιάχναμε πολλά κουλούρια. Η μάνα μου, εκτός από μας, έφτιαχνε για να χαρίσει. Έτσι κάνω κι εγώ. Πάντα φτιάχνω περισσότερα για να χαρίσω σε κάποιους φίλους.
Όλοι μας πλάθαμε κουλούρια. Η μάνα και τα 3 παιδιά. Η μάνα ήταν όλο συμβουλές όσο πλάθαμε:
Για να γίνουν ίδιο μέγεθος τα κουλούρια και για να έχουμε οδηγό εμείς (αυτή δεν είχε ανάγκη), πλάθαμε ένα μακρύ χοντρό κουλούρι και μετά το κόβαμε σε ίσα μέρη με ένα μαχαίρι. Έτσι, είχαμε πάντα ισομεγέθη κουλούρια.
Εμένα μου άρεσε να φτιάχνω κοτσίδες. Τα στρογγυλά δεν μου άρεσαν γιατί δεν με βόλευαν μετά στις βούτες στο γάλα. Τα μακρουλά, ήταν ό,τι έπρεπε. Η μάνα γκρίνιαζε: «Τελειώνετε. Άστε τις κοτσίδες και φτιάξτε κουλούρια να τελειώνουμε». Μωρέ ας έλεγε ό,τι ήθελε. Κοτσίδες φτιάχναμε κι εγώ και η αδερφή μου.
Πρώτο-πρώτο, έπλαθε η μάνα το κουλούρι του Χριστού. Ένα ολοστρόγγυλο κουλούρι με το σχήμα του σταυρού στη μέση. Το κουλούρι αυτό, δεν το άγγιζε κανένας. Έμπαινε μαζί με ένα κόκκινο αυγό στο εικονοστάσι, μέχρι την επόμενη χρονιά. Τώρα τι τα κάναμε την επόμενη χρονιά…δεν θυμάμαι… Ακόμα και τώρα, το κουλούρι του Χριστού δεν το τρώμε. Το φυλάω μέχρι να τελειώσουν τα κουλούρια και είτε το τρώμε, είτε το δίνω να το φάνε τα πουλάκια. Για να το πετάξω, ούτε λόγος.
Η μάνα έπλαθε στρογγυλά κουλούρια γρήγορα-γρήγορα. Εμείς, ό,τι σχήμα μπορείτε να φανταστείτε. Πλεξούδες με 3 σκέλη, πλεξούδες στριφτές, σαλιγκαράκια, φατσούλες με μάτια, μύτη, στόμα, καλαθάκια με αυγά (καλέ πού τα θυμήθηκα αυτά;;;;; αχ! Θα φτιάξω και φέτος! Τα είχα ξεχάσει!). Η ατραξιόν η μεγάλη όμως ήταν τα πουλάκια. Μόνο η μάνα το κατάφερνε αυτό. Εμάς, γίνονταν σαν κακοχυμένος λουκουμάς, παρά σαν πουλί. Η μάνα έφτιαχνε ένα μακρύ κορδόνι, το στριφογύριζε με γρήγορες κινήσεις και έκανε έναν κόμπο. Η μπροστινή μεριά του κορδονιού που περίσσευε έπαιζε το ρόλο του κεφαλιού του πουλιού και η πισινή έπαιζε το ρόλο της ουράς. Στην ουρά, έκανε μια κοψιά στο κορδόνι και τη χώριζε στα δύο, σαν ουρά χελιδονιού. Στη μπροστινή….αχ….στη μπροστινή έβαζε για μύτη κόκκινη κορδελίτσα. Ένα μικρό κομμάτι από τις βελουτέ κορδέλες που βάζαμε τότε στα σχολικά βιβλία για σελιδοδείκτες. Τις θυμάστε; Ένα μικρό κομματάκι έπαιζε το ρόλο της μύτης. Για μάτια; Χμμμ… Βάζαμε μάτια; Νομίζω πως δεν βάζαμε. Ήταν φανερό όμως πως ήταν πουλάκι.
Πηγαίναμε στο φούρνο την πρώτη λαμαρίνα. Μπαίναμε στο χώρο που είναι οι φούρνοι. «Πρόσεχε» μας φώναζε ο φούρναρης και τα παιδικά μάτια κοίταζαν όλο απορία τον φούρναρη που με επιδεξιότητα χειριζόταν εκείνα τα τεράστια ξύλινα φτυάρια (φουρνοκόντια τα έλεγαν εδώ στη Ζάκυνθο) που μπαζόβγαζαν ταψιά.






Το διαλύσαμε κατά τη μία. Περάσαμε ωραία. Είναι δυνατόν να είσαι με φίλους και να μην περάσεις ωραία; Σας ευχαριστώ πολύ όλους για τις ευχές που μου αφήσατε εδώ, στο fb, στο mail μου και στο τηλέφωνο! Και του χρόνου να είμαστε καλά!

Το απόγευμα, παρόλο που λέγαμε πως θα είμαστε λιγότερες από την άλλη φορά, τελικά, ήμασταν περισσότερες κατά μία. Η
Η παρέα μεγάλωσε όταν ήρθε η Αθηνά και μαζί έφερε νηστίσιμα μαφινάκια, για να συμπληρώσει το ήδη νηστίσιμο πιάτο.
Τα ροζουλί μπισκοτάκια της big mama, δεν είναι τέλεια; Αν απορείτε για το σχήμα τους, γίνεται με πιστόλι για ζύμες.
Η Ξανθή, κατάφερε τελικά να έρθει, ενώ η Μαριέλα, ως καλλιτέχνης, θαύμαζε τα καλλιτεχνήματά μας! χαχα! Αν απορείτε για τα σχήματα στα δικά μου μπισκοτάκια, έγιναν με τρισδιάστατα κουπ πατ, τα οποία είχα αγοράσει την περασμένη φορά που είχα έρθει και αυτή τη φορά, σήκωσα όλο το μαγαζί για να τα χαρίσω σε φίλες.
Την παρέα συμπλήρωσαν η Άννα (φίλη μου από τα παλιά) και η Έφη (φίλη μου από τα καινούρια, χεχε). Και οι δύο ήξεραν για τη συνάντηση από το facebook. Αννούλα, πολύ χάρηκα που τα είπαμε μετά από αρκετό καιρό. Έφη, πολύ χάρηκα που ήρθες και σε γνώρισα και από κοντά. Την επόμενη φορά, να μείνεις περισσότερη ωρα, να πούμε περισσότερα!











Δοκιμάστε να φτιάξετε ζακυνθινή, χωριάτικη 

Τέλος, θέλω να σας ευχαριστήσω όλους εσάς που μου στέλνετε email και μου λέτε τόσο καλά λόγια για το βιβλίο. Σας ευχαριστώ πολύ. Για όσους μου παραπονέθηκαν ότι δεν βρίσκουν το βιβλίο σε κάποια βιβλιοπωλεία, το θέμα έχει ήδη διευθετηθεί. Να θυμάστε, ότι κι αν ακόμα δεν το βρίσκετε,