Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε μια φτωχική θα έλεγα γειτονιά στην Πάτρα, τον Άη Γιάννη Πράτσικα. Ο δρόμος που ήταν το σπίτι μου, ήταν ένας δρόμος που οδηγούσε σε αδιέξοδο, έτσι, ως επί το πλείστον, όσοι πηγαινοέρχονταν ήταν και κάτοικοι των σπιτιών. Εκεί, μεγαλώναμε πολλά πιτσιρίκια, πάνω-κάτω στις ίδιες ηλικίες, σε μια γειτονιά και ένα δρόμο, που γινόταν ένας απέραντος παιχνιδότοπος κάθε καλοκαίρι. Δύσκολες εποχές, στη δεκαετία του '60 και του '70...αλλά και ανέμελες.
Δίπλα ακριβώς από το πατρικό μου σπίτι, έμενε (και μένει) η κυρά-Κική. Η κυρά-Κική, ήταν μια γυναίκα, που παρόλες τις συφορές που τη βρήκαν στη ζωή, δεν κατάφεραν να την τσακίσουν και αντέχει ακόμα...Πέντε στόματα είχε να θρέψει η κυρά-Κική και δύο ακόμα η ίδια με τον άντρα της. Κάθε φορά που ήταν έτοιμη να γεννήσει, φώναζε τη μάνα μου: "Κυρά-Τούλα...γεννάω..." Και έτρεχε η μάνα μου να βοηθήσει την κυρά-Κική να γεννήσει...Έτσι έκαναν τότε. Άλλες γεννούσαν στο σπίτι, άλλες στην κλινική, όλες όμως έτρεχαν να βοηθήσουν η μία την άλλη. Τότε δεν υπήρχε κεντρική θέρμανση, πολυτέλειες κλπ. Η γειτόνισσα, βασιζόταν στη γειτόνισσα.
Τα σπίτια μας, ενώνονταν με μια πλινθόκτιστη φράχτη. Εμείς, από την πλευρά μας, είχαμε μια σιδερένια σκάλα που οδηγούσε στο λιακωτό (ταράτσα) για να απλώνουμε ρούχα. Πάνω εκεί, στη στροφή της σκάλας, καθόμασταν εγώ και η αδερφή μου και τα λέγαμε με τις κόρες τις κυρα-Κικής. Μυστικά, παιχνίδια, αστεία, νέα και ό,τι μπορείτε να φανταστείτε, είχε ακούσει αυτός ο τοίχος που ένωνε τα σπίτια μας. Εμείς καθόμασταν σε ένα πεζουλάκι της σκάλας, και τα κορίτσια από την πλευρά τους, ανέβαιναν με μια καρέκλα αν θυμάμαι καλά στο πεζουλάκι για να τα λέμε.
Γιατί τα λέω όλα αυτά; Γιατί όταν ακούω λουκουμάδες, το πρώτο που μου φέρνουν στη σκέψη, είναι η κυρα-Κική. Η κυρα-Κική, κάθε παραμονή πρωτοχρονιάς, έφτιαχνε λουκουμάδες. Το είχε έθιμο να κάνει λουκουμάδες και να μας δίνει ένα πιάτο από τον τοίχο. Κάθε χρόνο, κάθε τέτοιο βράδυ παραμονής πρωτοχρονιάς, εκεί κατά τις 12 και, η κυρα-Κική φώναζε από τον τοιχάκο: "Κυρα-Τούλαααααα...." Έβγαινε η μάνα μου ή κάποια από μας, ανταλλάσσαμε ευχές και μας έδινε ένα πιάτο λουκουμάδες...
Οι λουκουμάδες που ακολουθούν, δεν είναι με συνταγή της κυρα-Κικής, αλλά με συνταγή μιας καλής συναδέλφου μου. Είναι οι καλύτεροι και οι πιο στρογγυλοί λουκουμάδες που έχω φάει ποτέ. Αν προσθέσετε και γλυκάνισο, τότε γίνονται απόλυτα ζακυνθινοί.
Λουκουμάδες
Υλικά
1 κούπα χλιαρό νερό
1 κούπα χλιαρό γάλα
2 φακελάκια ξηρή μαγιά
1 κουτ. σούπας ζάχαρη
1 κουτ. γλυκού αλάτι
4 κουτ. σούπας λάδι
3 και 1/4 κούπας αλεύρι για όλες τις χρήσεις
Προαιρετικά: γλυκάνισο
Εκτέλεση
Διαλύουμε τη μαγιά στο νερό.
Τη βάζουμε στο μπολ του μίξερ μαζί με όλα τα άλλα υλικά και τα χτυπάμε να γίνουν ένας χυλός (όχι πολλή ώρα χτύπημα).
Σκεπάζουμε το μπωλ και το αφήνουμε κανα δίωρο να φουσκώσει.
Ζεσταίνουμε λάδι (οι λουκουμάδες θέλουν πάντα βαθύ τηγάνι και πάρα πολύ λάδι).
Παίρνουμε με το χέρι μας ζύμη και με τη βοήθεια ενός μικρού βρεγμένου κουταλιού (το βουτάμε μετά από κάθε κουταλιά σε ποτήρι με νερό για να μη κολλάει η ζύμη στο κουτάλι) πετάμε
απαλά μέσα στο καυτό λάδι λουκουμαδάκια. Χαμηλώνουμε τη φωτιά (γιατί αλλιώς δε θα προλαβαίνετε να τους γυρίσετε και να τους βγάλετε, ειδικά μετά την πρώτη τηγανιά οι επόμενοι θέλουν πιο χαμηλή φωτιά). Τους βάζουμε μέσα σε μπωλ με χαρτί κουζίνας και όταν
τελειώσουν τραβάμε το χαρτί και ρίχνουμε από πάνω μέλι, κανέλα, αν θέλουμε σουσάμι, καρύδια ή ό,τι αρέσει στον καθένα.
Είναι τα πιο στρογγυλά λουκουμαδάκια που έχω δει.
Αν κάποιος θέλει γλυκάνισο το προσθέτει κι αυτό μέσα στη ζύμη.
Η φωτό είναι από εκτέλεση μιας φίλης μου. Συνήθως δεν έχουν ποδαράκια!
Φιλαράκια μου καλά, επιτέλους από το σπίτι μου από χτες το βράδυ, σας εύχομαι να έχετε μια πολύ καλή χρονιά. Να έχετε γλύκα στην ψυχή σας, να βάζετε αλατοπίπερο στη ζωή σας, και να πασπαλίζετε με μπόλικο κανελλογαρίφαλο και όλα τα μπαχάρια του κόσμου τα όνειρά σας!
Δίπλα ακριβώς από το πατρικό μου σπίτι, έμενε (και μένει) η κυρά-Κική. Η κυρά-Κική, ήταν μια γυναίκα, που παρόλες τις συφορές που τη βρήκαν στη ζωή, δεν κατάφεραν να την τσακίσουν και αντέχει ακόμα...Πέντε στόματα είχε να θρέψει η κυρά-Κική και δύο ακόμα η ίδια με τον άντρα της. Κάθε φορά που ήταν έτοιμη να γεννήσει, φώναζε τη μάνα μου: "Κυρά-Τούλα...γεννάω..." Και έτρεχε η μάνα μου να βοηθήσει την κυρά-Κική να γεννήσει...Έτσι έκαναν τότε. Άλλες γεννούσαν στο σπίτι, άλλες στην κλινική, όλες όμως έτρεχαν να βοηθήσουν η μία την άλλη. Τότε δεν υπήρχε κεντρική θέρμανση, πολυτέλειες κλπ. Η γειτόνισσα, βασιζόταν στη γειτόνισσα.
Τα σπίτια μας, ενώνονταν με μια πλινθόκτιστη φράχτη. Εμείς, από την πλευρά μας, είχαμε μια σιδερένια σκάλα που οδηγούσε στο λιακωτό (ταράτσα) για να απλώνουμε ρούχα. Πάνω εκεί, στη στροφή της σκάλας, καθόμασταν εγώ και η αδερφή μου και τα λέγαμε με τις κόρες τις κυρα-Κικής. Μυστικά, παιχνίδια, αστεία, νέα και ό,τι μπορείτε να φανταστείτε, είχε ακούσει αυτός ο τοίχος που ένωνε τα σπίτια μας. Εμείς καθόμασταν σε ένα πεζουλάκι της σκάλας, και τα κορίτσια από την πλευρά τους, ανέβαιναν με μια καρέκλα αν θυμάμαι καλά στο πεζουλάκι για να τα λέμε.
Γιατί τα λέω όλα αυτά; Γιατί όταν ακούω λουκουμάδες, το πρώτο που μου φέρνουν στη σκέψη, είναι η κυρα-Κική. Η κυρα-Κική, κάθε παραμονή πρωτοχρονιάς, έφτιαχνε λουκουμάδες. Το είχε έθιμο να κάνει λουκουμάδες και να μας δίνει ένα πιάτο από τον τοίχο. Κάθε χρόνο, κάθε τέτοιο βράδυ παραμονής πρωτοχρονιάς, εκεί κατά τις 12 και, η κυρα-Κική φώναζε από τον τοιχάκο: "Κυρα-Τούλαααααα...." Έβγαινε η μάνα μου ή κάποια από μας, ανταλλάσσαμε ευχές και μας έδινε ένα πιάτο λουκουμάδες...
Οι λουκουμάδες που ακολουθούν, δεν είναι με συνταγή της κυρα-Κικής, αλλά με συνταγή μιας καλής συναδέλφου μου. Είναι οι καλύτεροι και οι πιο στρογγυλοί λουκουμάδες που έχω φάει ποτέ. Αν προσθέσετε και γλυκάνισο, τότε γίνονται απόλυτα ζακυνθινοί.
ΛουκουμάδεςΥλικά
1 κούπα χλιαρό νερό
1 κούπα χλιαρό γάλα
2 φακελάκια ξηρή μαγιά
1 κουτ. σούπας ζάχαρη
1 κουτ. γλυκού αλάτι
4 κουτ. σούπας λάδι
3 και 1/4 κούπας αλεύρι για όλες τις χρήσεις
Προαιρετικά: γλυκάνισο
Εκτέλεση
Διαλύουμε τη μαγιά στο νερό.
Τη βάζουμε στο μπολ του μίξερ μαζί με όλα τα άλλα υλικά και τα χτυπάμε να γίνουν ένας χυλός (όχι πολλή ώρα χτύπημα).
Σκεπάζουμε το μπωλ και το αφήνουμε κανα δίωρο να φουσκώσει.
Ζεσταίνουμε λάδι (οι λουκουμάδες θέλουν πάντα βαθύ τηγάνι και πάρα πολύ λάδι).Παίρνουμε με το χέρι μας ζύμη και με τη βοήθεια ενός μικρού βρεγμένου κουταλιού (το βουτάμε μετά από κάθε κουταλιά σε ποτήρι με νερό για να μη κολλάει η ζύμη στο κουτάλι) πετάμε
απαλά μέσα στο καυτό λάδι λουκουμαδάκια. Χαμηλώνουμε τη φωτιά (γιατί αλλιώς δε θα προλαβαίνετε να τους γυρίσετε και να τους βγάλετε, ειδικά μετά την πρώτη τηγανιά οι επόμενοι θέλουν πιο χαμηλή φωτιά). Τους βάζουμε μέσα σε μπωλ με χαρτί κουζίνας και όταν
τελειώσουν τραβάμε το χαρτί και ρίχνουμε από πάνω μέλι, κανέλα, αν θέλουμε σουσάμι, καρύδια ή ό,τι αρέσει στον καθένα.Είναι τα πιο στρογγυλά λουκουμαδάκια που έχω δει.
Αν κάποιος θέλει γλυκάνισο το προσθέτει κι αυτό μέσα στη ζύμη.
Η φωτό είναι από εκτέλεση μιας φίλης μου. Συνήθως δεν έχουν ποδαράκια!
Φιλαράκια μου καλά, επιτέλους από το σπίτι μου από χτες το βράδυ, σας εύχομαι να έχετε μια πολύ καλή χρονιά. Να έχετε γλύκα στην ψυχή σας, να βάζετε αλατοπίπερο στη ζωή σας, και να πασπαλίζετε με μπόλικο κανελλογαρίφαλο και όλα τα μπαχάρια του κόσμου τα όνειρά σας!
Καλή χρονιά σε όλους!






Η ποσότητα είναι για μια γαλοπούλα ή για 2 κοτόπουλα. Αν τη χρησιμοποιήσετε για να γεμίσετε ένα κοτόπουλο, μπορείτε να φυλάξετε την υπόλοιπη στην κατάψυξη για επόμενη φορά.
Για να φτιάξουμε κεράκια από μανταρίνι, διαλέγουμε μανταρίνια που δεν είναι σφιχτά δεμένη η φλούδα με το φρούτο εσωτερικά. Είναι εύκολο να τα ξεχωρίσετε. Συνήθως τα πολύ λεπτόφλουδα, δεν κάνουν.
Κρατάμε στο χέρι μας το μέρος του μανταρινιού που ακουμπάει στο δέντρο.
Τώρα, έχουμε μισό άδειο μανταρίνι
Συνοδεύεται απαραίτητα με 
...λικεράκια από τα χεράκια μου. Μερικά από τις 25 περίπου διαφορετικά που κάνω.




Μετά, στο φούρνο μέχρι να πάρουν χρωματάκι (υποθέτω 20-30 λεπτά θα είναι καλά) και μετά έτοιμα για να τα απολαύσουμε!

Τεμαχίζουμε το σολομό σε μακρόστενα κομμάτια, κόβοντάς τον ανά 2-3 εκατοστά.
Από πάνω, βάζουμε 3 κομμάτια σολομό. Δεν είναι απαραίτητο να απλώσουμε σολομό σε όλη την επιφάνεια. Αν θέλουμε να έχουμε σε όλη την επιφάνεια, θα χρειαστούμε παραπάνω από 100 γρ.
Σε ένα μπωλάκι, βάλτε αρκετό γύψο (1-2 φλυτζάνια). Προσθέστε σιγά-σιγά νερό, μέχρι να έχετε μια πυκνή πάστα (πυκνή σαν μέλι). Ανακατέψτε με πλαστικό κουταλάκι. Δουλέψτε γρήγορα το υλικό σας γιατί σφίγγει. Αδειάστε το περιεχόμενο στο καλούπι. Αν το υλικό δεν έφτασε, επαναλάβετε τη διαδικασία με γρήγορες κινήσεις για να μην στερεοποιηθεί το πρώτο υλικό που βάλατε. Αν θέλετε να στέκεται όρθια, μπορείτε καθώς πήζει, να μπήξετε 2 μικρά ξυλάκια 2-3 μήκους εκατοστών, στο κάτω μέρος της φάτνης.



Ανακατεύουμε καλά ολα τα παραπάνω υλικά και τα απλώνουμε ομοιόμορφα στην ήδη ψημένη βάση και ψήνουμε στον φούρνο για 40 λεπτά και μέχρι να πάρει χρώμα, στους 160 βαθμούς. Το αφήνουμε στη φόρμα να κρυώσει.
Το γλυκάκι το έχω ξαναφτιάξει, γαρνιρισμένο με λευκή σοκολάτα, χωρίς να καλύπτει όλη την επιφάνεια του γλυκού και ήταν εξίσου ωραίο. Προσέξτε την προσθήκη κακάου, γιατί πικρίζει αν είναι πολύ σκούρο.















