Το ποστ δεν αφορά συνταγή, αλλά μνήμες...
Όταν ήμουν μικρή, περίμενα πώς και πώς να έρθει η ώρα για τα κουλούρια. Μου άρεσε πολύ αυτή η διαδικασία.
Εκείνα τα χρόνια, φούρνοι ηλεκτρικοί δεν υπήρχαν. Το πετρογκάζ και η ηλεκτρική κάζα (τη θυμάστε;) έπαιζαν το ρόλο της κουζίνας στο σπίτι. Ακόμα όμως κι όταν αποκτήσαμε κουζίνα, τα κουλούρια προτιμούσαμε να τα πηγαίνουμε στον φούρνο της γειτονιάς. Η δουλειά γινόταν με μεγαλύτερη άνεση, είχαμε περισσότερο χώρο και το ψήσιμο γινόταν πιο γρήγορα αφού τα κουλούρια έμπαιναν σε μεγάλες ποσότητες σε λαμαρίνες.
Τη μέρα που φτιάχναμε κουλούρια, όλη η γειτονιά έφτιαχνε μαζί. Όλη η γειτονιά, μύριζε αμμωνία. Φτιάχναμε πολλά κουλούρια. Η μάνα μου, εκτός από μας, έφτιαχνε για να χαρίσει. Έτσι κάνω κι εγώ. Πάντα φτιάχνω περισσότερα για να χαρίσω σε κάποιους φίλους.
Το ζύμωμα γινόταν σε μια μεγάλη λεκάνη. Το ζύμωμα γινόταν στο σπίτι. Εκεί γινόταν όλη η διαδικασία. Η μάνα μου έστελνε τον αδερφό μου που ήταν ο μεγαλύτερος να φέρει λαμαρίνες από το φούρνο. Να μη μπλεκόμαστε στα πόδια του φούρναρη για πολλή ώρα. Οι πρώτες λαμαρίνες γέμιζαν στο σπίτι και μετά συνεχίζαμε στο φούρνο. Ήταν από τις λίγες φορές που μπαίναμε στα άδυτα του φούρνου. Όταν φτιάχναμε κουλούρια και όταν πηγαίναμε φαγητό για ψήσιμο.
Όλοι μας πλάθαμε κουλούρια. Η μάνα και τα 3 παιδιά. Η μάνα ήταν όλο συμβουλές όσο πλάθαμε:
-Μη χαζεύετε. Δεν είναι παιχνίδι.
-Μην το κάνεις τόσο μικρά. Θα καούν!
-Μην τα κάνεις τόσο μεγάλα. Θα μείνουν άψητα.
-Πρέπει να έχουν όλα τα ίδιο μέγεθος για να μην καούν και να μην μείνουν άψητα.
-Μην τα κάνεις τόσο μικρά σου είπα… Και χρααααααααααααπ άρπαζε το φρεσκοπλασμένο κουλουράκι και το χάλαγε για να γίνει εξαρχής.
-Γιατί το χάλασεεεεεεεεεεεεες; Αρχίζαμε τη γκρίνια.
-Θα καεί σου είπα. Είναι μικρό μπροστά στα άλλα.
Για να γίνουν ίδιο μέγεθος τα κουλούρια και για να έχουμε οδηγό εμείς (αυτή δεν είχε ανάγκη), πλάθαμε ένα μακρύ χοντρό κουλούρι και μετά το κόβαμε σε ίσα μέρη με ένα μαχαίρι. Έτσι, είχαμε πάντα ισομεγέθη κουλούρια.
Εμένα μου άρεσε να φτιάχνω κοτσίδες. Τα στρογγυλά δεν μου άρεσαν γιατί δεν με βόλευαν μετά στις βούτες στο γάλα. Τα μακρουλά, ήταν ό,τι έπρεπε. Η μάνα γκρίνιαζε: «Τελειώνετε. Άστε τις κοτσίδες και φτιάξτε κουλούρια να τελειώνουμε». Μωρέ ας έλεγε ό,τι ήθελε. Κοτσίδες φτιάχναμε κι εγώ και η αδερφή μου.
Πρώτο-πρώτο, έπλαθε η μάνα το κουλούρι του Χριστού. Ένα ολοστρόγγυλο κουλούρι με το σχήμα του σταυρού στη μέση. Το κουλούρι αυτό, δεν το άγγιζε κανένας. Έμπαινε μαζί με ένα κόκκινο αυγό στο εικονοστάσι, μέχρι την επόμενη χρονιά. Τώρα τι τα κάναμε την επόμενη χρονιά…δεν θυμάμαι… Ακόμα και τώρα, το κουλούρι του Χριστού δεν το τρώμε. Το φυλάω μέχρι να τελειώσουν τα κουλούρια και είτε το τρώμε, είτε το δίνω να το φάνε τα πουλάκια. Για να το πετάξω, ούτε λόγος.
Η μάνα έπλαθε στρογγυλά κουλούρια γρήγορα-γρήγορα. Εμείς, ό,τι σχήμα μπορείτε να φανταστείτε. Πλεξούδες με 3 σκέλη, πλεξούδες στριφτές, σαλιγκαράκια, φατσούλες με μάτια, μύτη, στόμα, καλαθάκια με αυγά (καλέ πού τα θυμήθηκα αυτά;;;;; αχ! Θα φτιάξω και φέτος! Τα είχα ξεχάσει!). Η ατραξιόν η μεγάλη όμως ήταν τα πουλάκια. Μόνο η μάνα το κατάφερνε αυτό. Εμάς, γίνονταν σαν κακοχυμένος λουκουμάς, παρά σαν πουλί. Η μάνα έφτιαχνε ένα μακρύ κορδόνι, το στριφογύριζε με γρήγορες κινήσεις και έκανε έναν κόμπο. Η μπροστινή μεριά του κορδονιού που περίσσευε έπαιζε το ρόλο του κεφαλιού του πουλιού και η πισινή έπαιζε το ρόλο της ουράς. Στην ουρά, έκανε μια κοψιά στο κορδόνι και τη χώριζε στα δύο, σαν ουρά χελιδονιού. Στη μπροστινή….αχ….στη μπροστινή έβαζε για μύτη κόκκινη κορδελίτσα. Ένα μικρό κομμάτι από τις βελουτέ κορδέλες που βάζαμε τότε στα σχολικά βιβλία για σελιδοδείκτες. Τις θυμάστε; Ένα μικρό κομματάκι έπαιζε το ρόλο της μύτης. Για μάτια; Χμμμ… Βάζαμε μάτια; Νομίζω πως δεν βάζαμε. Ήταν φανερό όμως πως ήταν πουλάκι.
Πηγαίναμε στο φούρνο την πρώτη λαμαρίνα. Μπαίναμε στο χώρο που είναι οι φούρνοι. «Πρόσεχε» μας φώναζε ο φούρναρης και τα παιδικά μάτια κοίταζαν όλο απορία τον φούρναρη που με επιδεξιότητα χειριζόταν εκείνα τα τεράστια ξύλινα φτυάρια (φουρνοκόντια τα έλεγαν εδώ στη Ζάκυνθο) που μπαζόβγαζαν ταψιά.
Έτοιμη η πρώτη λαμαρίνα έμπαινε στον φούρνο. Πριν μπει, ο φούρναρης μας έδινε ένα μπουκαλάκι με μελάνι, για να γράψουμε στην άκρη του ταψιού το όνομά μας. Γράφαμε το όνομα και έμπαινε η λαμαρίνα για ψήσιμο.
Όταν τέλειωνε το ψήσιμο, πηγαίναμε σπίτι να τακτοποιήσουμε τα κουλούρια. Πού να φυλαχτούν τόσα κουλούρια; Τα φυλάγαμε μέσα σε καθαρές μαξιλαροθήκες. 2-3 μαξιλαροθήκες γεμίζανε πασχαλινά κουλούρια. Οι μαξιλαροθήκες ήταν φρεσκοπλυμένες και απαλλαγμένες από μυρωδιές, γιατί τότε, έτσι κι αλλιώς, μαλακτικά δεν υπήρχαν. Έμεναν στο κλειστό δωμάτιο της σάλας, πάνω σε μια ντιβανοκασέλα. Και την ημέρα του Πάσχα, μετά από τη νηστεία της Μεγάλης Εβδομάδας, άρχιζαν οι βούτες στο γάλα που το είχαμε πεθυμήσει μετά από τη νηστεία.
Έτσι γινόταν κάθε χρόνο φίλοι μου. Μέχρι που οι ηλεκτρικές κουζίνες αντικατέστησαν το φούρναρη και μύριζε όλο το σπίτι αμμωνία, η κάζα και το πετρογκάζ φυλάχτηκαν, το μελάνι του φούρναρη έμεινε στο ράφι, τα παιδικά χέρια έγιναν γυναικεία και καθοδήγησαν άλλα παιδικά χεράκια…
Καλή επιτυχία να έχετε με τα κουλούρια σας! Φιλιά από Πάτρα!
να είσαι καλά .ωραίες αναμνήσεις,που μενουν και τριγυρνάνε γλυκά μέσα στο μυαλό.φιλάκια πολλά.
ReplyDeleteαααχχχ!!! :))))))))))))))))))))))))
ReplyDeleteΜπράβο βρε kiki πολύ όμορφες αναμνήσεις.
ReplyDeleteΦιλάκια
Καλό βράδυ
η μυρωδια απο τα βπαασχαλινα κουλουρακια ειναι αλησμονιτη και πραγματικα δε συγκρινεται με οποιο αλλο κουλουρι ή μπισκοτο!!!
ReplyDeleteΜονορούφι το διάβασα! και χαμογέλασα με τις αναμνήσεις σου και μελαγχόλησα με τις δικές μου. Να συνεχίζεις να δίνεις γλυκές μνήμες και συ στα παιδιά σου. Καλό Πάσχα, Κική!
ReplyDeleteΚαι εγώ μονορούφι το διάβασα! Μοναδικές αναμνήσεις τόσο τρυφερά γραμμένες! Να είσαι καλά Κική μου! Να περνάς καλά στην Πάτρα!
ReplyDeleteΗ φράση σου
ReplyDelete"τα παιδικά χέρια έγιναν γυναικεία και καθοδήγησαν άλλα παιδικά χεράκια…"
είναι το ζουμί από όλα αυτά!!
Καλή Μεγαλοβδομάδα.
Καλημέρα!Τι όμορφες αναμνήσεις!!! Φιλιά πολλά πολλά!
ReplyDeleteΜας έφερες πολλές μνήμες και πάλι.
ReplyDeleteΕμείς τα ψήναμε στο στόφα!!και βέβαια οι συμβουλές της μάνας ακόμη μας ακολουθούν!!!
Καλό Πάσχα!!!
Deli,τι όμορφες οι παιδικές αναμνήσεις!
ReplyDeleteΠολύ όμορφη περιγραφή,θύμισε και σε μας αυτά τα όμορφα χρόνια.
Στριφτά τα κουλουράκια,για να βολεύουν στις βούτες-συμφωνώ!!!
Φιλιά!
Φουρτουνιασμένη ψυχή, ευχαριστώ! Μακάρι όλοι να έχουμε καλές αναμνήσεις.
ReplyDeleteΧαρτουλίνι και βαχ μαζί!
Αστεράκι, ευχαριστώ!
Pansofix όντως!
Βίκυ γεμάτη γεύση, λυπάμαι που μελαγχόλησες με τις δικές σου...
ReplyDeleteΕυχαριστώ! Επίσης!
Αγγελική, ποιος δεν έχει από τα παλιά; Ευχαριστώ! Σήμερα επιστρέφουμε!
Δύσπιστε ναι! Και εύχομαι τα παιδικά χεράκια να καθοδηγήσουν άλλη γενιά μετά από χρόνια!
Ξανθή όσο ζουν θα συμβουλεύουν!
ReplyDeleteΕλένη, έτσι! Για μακροβούτια! χαχα!
Σε μαξιλαροθήκες, στη σάλα πάνω στο μπαουλοντίβανο και αν τολμήσει κανείς να απλώσει χέρι πριν.... Επιπλέον λαζαράκια με μάτια γαρυφαλλοκαρφάκια. Κικίτσα μήπως είμασταν στην ίδια αυλή?????
ReplyDeleteKική πολύ ωραίες αναμνήσεις. Ταξίδεψα κι εγώ.
ReplyDeleteΚι εγώ έχω αναμνήσεις απο τα κουλουράκια της Λαμπρής σαν παιδί, που αν και μεγάλωσα σε πόλη, τα θυμαμαι νοσταλγικά.
ΤΙ μου θύμησες με τις μαξιλαροθήκες... κι εμεις και η γιαγιά μου εκει τα βάζαμε τα κουλουράκια και μου έκανε εντύπωση τότε.
Καλά να περνάς και καλή Μεγάλη Εβδομάδα.
Τι όμορφη ανάρτηση! Και τι ωραίες αναμνήσεις που έχεις! Καλά να περνάς στην Πάτρα! Καλή Εβδομάδα!
ReplyDeleteΤι όμορφες αναμνήσεις μου έφερε το κείμενό σου!! Χαρά και λύπη μαζί...
ReplyDeleteΝα 'σαι καλά να τα φτιάχνεις κάθε χρόνο!
Αχχ!!!!
ReplyDeleteΕικόνες , μυρωδιές , αναμνήσεις!!!!
Καλό Πάσχα σου εύχομαι.
Υπέροχη ανάρτηση καλή μου!
ReplyDeleteΒύσσυνο γλυκό, τα λαζαράκια δεν τα ήξερα. Φέτος τα πρωτάκουσα! Άρα δεν μέναμε κοντά! Χαχα!
ReplyDeleteΜάριον, καλωσήρθες! Ναι! Σε μαξιλαροθήκες και ήταν πολλαααά!
Big mama ευχαριστώ. Πίσω από χτες!
Ανεράιδα ευχαριστώ! Επίσης!
neli, ευχαριστώ! Επίσης!
Αχτίδα ευχαριστώ!